Το νεοκλασικό της οδού Θεοτοκοπούλου
Aτελιέ Ντάντε- To νεοκλασικό
κτίριο της οδού Θεοτοκοπούλου
Η ιστορία
Είμαι εδώ 7
αιώνες.
Το όνομά μου
είναι Ντάντε, όπως του παλιού και διάσημου Ντάντε Αλιγκιέρι. Και ζω εδώ από τον
Μεσαίωνα. Και ζω συνέχεια.
Είμαι ένα
ατελιέ, υψηλής ραπτικής και ένα όμορφο και μοναδικό από πάνω σπίτι. Ζω χτισμένος
στην οδό Θεοτοκοπούλου, τον πιο παλιό μαζί με την ρούγα μαΐστρα, δρόμο στο Χάνδακα.
Εδώ που βρίσκομαι εγώ όταν το Ηράκλειο ήταν βυζαντινό, περνούσε το βυζαντινό τείχος.
Το ανατολικό ακρόπνοο της βυζαντινής πόλης. Ύστερα ήρθαν κι έκαναν κατάληψη οι
Άραβες, κι από δω από αυτό το κομμάτι των τειχών στη θάλασσα, λαγούμια έσκαψε ο
στρατός του Νικηφόρου Φωκά και έπεσε κομμάτι των τειχών και μπήκε ο αυτοκράτορας
απελευθερωτής.
Κι ένα κομμάτι
από εκείνες τις πέτρες, λέει ο τωρινός μου ιδιοκτήτης και ένοικος, πήρανε για
να με χτίσουν. Και σφήνωσαν τις πέτρες μου, τη μια με την άλλη και με χτίσανε,
γύρω στο 1260, πενήντα σχεδόν χρόνια αφότου ο Χάνδακας είχε παραδοθεί από τον
βυζαντινό Βονιφάτιο τον Μονφερατικό στους Ενετούς, μαζί με όλη την Κρήτη το 1211. Απέναντι μου ήταν το
βόρειο άκρο και αίθριο του δουκικού ανακτόρου, που το έχτισαν αντίγραφο του
ανακτόρου των δόγηδων στη Βενετία. Που ανέβαινε ως επάνω, ως την πλατεία που
ανοιγόταν. Εκεί που το 1628 χτίστηκε η κρήνη του Μοροζίνι, το συντριβάνι με τα
λιοντάρια. Κι απέναντι από το μπαλκόνι του δωματίου του δούκα ήταν ο Άγιος Μάρκος,
η ενετική εκκλησία που έχτισαν. Εγώ ξεκινούσα πιο πέρα, και ήμουν κομμάτι του
ανακτόρου του αρχιναυάρχου. Εγώ εδώ κάτω ήμουν προς το τελείωμα του ανακτόρου. Μας χώριζε ένας
δρόμος από το ανάκτορο του δούκα, η οδός Θεοτοκοπούλου που τελείωνε στο ναό Πέτρου
και Παύλου των Φραγκισκανών μοναχών. Και δίπλα μου, από την άλλη μεριά, ήταν το
ανάκτορο του γενικού προβλεπτή.
Και από κάτω
μου περνούσε μια στοά. Εκείνη που ξεκινούσε από τον Άγιο Μάρκο και κατέληγε στο
λιμάνι. Εκεί που υπήρχε στην αρχή το καστέλλο που το λέγανε communis, και
αργότερα στη θέση του έγινε ο Κούλες.
Όπως θα σας
πω και παρακάτω, οι ίδιοι μου οι τοίχοι, όπως χτίστηκαν και ξαναχτίστηκαν
συνδυάζουν την αρχιτεκτονική του Μεσαίωνα του 13ου αιώνα με τμήματα από τις
πέτρες από τα τείχη τα βυζαντινά ίσως και σίγουρα με τις πέτρες από το παλάτι
και την πόλη της Κνωσού, όπως χτίστηκαν και το κάστρο και το δουκικό ανάκτορο
και η Λότζια, που βρισκόταν απέναντι από την σημερινή δίπλα στο ανάκτορο του
γενικού προβλεπτή και τα νέα τείχη που επέκτειναν τα όρια της πόλης και έχτισαν
από την αρχή σε ορισμένα σημεία οι Ενετοί, γιατί όπως είπα το παλιό όριο ήταν
εκεί που είμαι εγώ σήμερα. Και μετά ανακατασκευάστηκα μερικώς σύμφωνα με την
αρχιτεκτονική του 16ου και έτσι υπάρχουν εξωτερικά και εσωτερικά χαρακτηριστικά
που αποδεικνύουν ότι ζούσα και την εποχή της τουρκοκρατίας γιατί υπάρχουν
διακοσμητικά που είναι της τουρκικής αρχιτεκτονικής και βεβαιώνουν τη συνέχεια
μου και την ύπαρξή μου για όλους αυτούς τους αιώνες σε αυτό τον ίδιο χώρο και
το γεγονός ότι ήμουν ένα κομμάτι του ανάκτορο του αρχιναυάρχου μέχρι που το
γκρέμισαν τον 18ο αιώνα. Κι ύστερα
πια αποκόπηκα από τη συνέχεια μου. Ξαναχτίστηκα με άλλη μορφή.
Είμαι σεμνό
στην εξωτερική μου όψη, για να συμπληρώσω την ομορφιά των ξενοδοχείων και του
κτιρίου του Ευαγγελισμού απέναντι, που αν και ταλαιπωρημένο από τα χρόνια, δείχνει
πως ήταν ένα μεγάλο σχολείο καλογριών στις αρχές του 20ου αιώνα και ένα μεγάλο
νοσοκομείο της πόλης αργότερα. Όμως τώρα ως κτίριο κατάληψης, αρχίζει πια να δείχνει
έντονα τα σημάδια της φθοράς του. Δεν προκαλώ. Το ανοιχτό κόκκινο χρώμα των
εξωτερικών μου τοίχων ίσα ίσα να ταιριάζει με τις τουρκικές αψίδες που προστέθηκαν,
για να φαίνεται μαζί με την εξώθυρα, πως κι εγώ ανήκω σε πολύ παλιές εποχές. Τόσο
όσο να ξεχωρίζω στον σύγχρονο δρόμο της οδού Θεοτοκοπούλου, δίπλα στα νέα κτίσματα,
τα δυόροφα σπίτια και πιο κάτω τις πολυκατοικίες που ψηλές, μου έκοψαν λίγο την
άπλετη θέα που είχα προς τη θάλασσα. Και λένε οι διαβάτες και οι περιπατητές,
να κι αυτό το οίκημα παλιό είναι και να με κοιτάζουν οι τουρίστες.
Στην στοά
μου μέσα, θα έτρεχε ο Ενετός Δούκας να κρυφτεί και να φτάσει στο λιμάνι, για να
ξεφύγει, αν εχθροί καταλάμβαναν τον Χάνδακα. Κι ήταν έξυπνη αυτή η στοά,
ξεκινούσε από τον Άγιο Μάρκο και δεν περνούσε κάτω από το ανάκτορο του Δούκα,
όπου εκεί θα τον έψαχναν οι εχθροί, αν καταλάμβαναν την πόλη, αλλά περνούσε
κάτω από μένα, το ανάκτορο του καπιτάνο, του αρχιστρατήγου, που δεν θα πήγαινε
το μυαλό των εχθρών για να ψάξει. Κι έτσι ο άρχοντας του τόπου, θα κατάφερνε να
διαφύγει ζωντανός. Τελικά δεν χρειάστηκε, καθώς ο τελευταίος Ενετός δούκας,
παρέδωσε την πόλη στους Τούρκους και έφυγε ειρηνικά για να επιστρέψει στην
γενέτειρά του.
Στο κάτω
τμήμα μου, όπου σήμερα βρίσκεται το ατελιέ με τα νυφικά και τα επίσημα ρούχα,
βλέπει ακόμα το μάτι των επισκεπτών, ένα κομμάτι μου από τα χρόνια εκείνα, τα
παλιά, που με πρωτοχτίσανε. Με εκείνες τις πέτρες τις παλιές, τις
ανομοιόμορφες, που τοποθετούνταν και σφηνώνονταν όπως είπα, χωρίς συνδετικό
υλικό. Βέβαια, αυτή η αρχιτεκτονική εγκαταλείφθηκε, και αργότερα, κατά την
Αναγέννηση, οι πέτρες κολλούνταν μεταξύ τους με συνδετικό υλικό. Κι έτσι και
εγώ ανακατασκευαζόμουν ανά διαστήματα και τώρα οι τοίχοι μου είναι με εκείνες
τις παλιές πέτρες κολλημένες μεταξύ τους.
Οι πιο παλιές πέτρες, πιο μικρές και πιο ανομοιόμορφα κομμένες
Και εδώ σε
μια κολώνα του ισογείου χώρου, οι πιο καινούριες πέτρες. Το βλέπουμε αυτό
χαρακτηριστικά και στα τείχη του Ηρακλείου. Τα πιο κάτω τμήματα που ήταν της
πρώτης περιόδου της Ενετοκρατίας, οι πέτρες είναι όπως φαίνονται στον τοίχο πιο
πάνω, και στις πιο κάτω φωτογραφίες. Ενώ τα πιο πάνω τμήματα και τα μπαλώματα
που υπάρχουν, είναι η πιο καινούρια αρχιτεκτονική, οι τουρκικές προσθήκες και
οι πέτρες είναι πιο μεγάλες και πιο ομοιόμορφες. Μπορεί κανείς εύκολα να τα
παρατηρήσει αν περιηγηθεί μετά την χανιόπορτα, στον προμαχώνα που ακολουθεί
στην οδό Μάχης Κρήτης.